Αν δεν έχεις Monster Hunter, τότε καλύτερα να έχεις κάτι που φέρνει σε Monster Hunter, ειδάλλως η παρουσία σου στην Ιαπωνία είναι χαμένη υπόθεση. Σίγουρα κάτι τέτοιο πρέπει να σκέφτηκαν οι ιθύνοντες της Sony για το PS Vita κι έτσι, λίγο καιρό μετά το πολύ καλό Soul Sacrifice, βγαίνει ένα άλλο αντίστοιχο παιχνίδι, το Freedom Wars. Οι ομοιότητες όμως τελειώνουν εδώ. Το μοντέλο της επικής φαντασίας πάει στο καλό και τη θέση του παίρνει μια μελλοντική δυστοπία που μοιάζει βγαλμένη από τους χειρότερους εφιάλτες του George Orwell. Στο Freedom Wars δεν παλεύετε για την δόξα, αλλά για την προσωπική σας ελευθερία.
Μερικές δεκάδες χιλιάδες χρόνια στο μέλλον, η ανθρωπότητα έχει ρημάξει τόσο πολύ τον πλανήτη που οι πρώτες ύλες δεν επαρκούν για όλους. Όσοι έχουν επιβιώσει έχουν χωριστεί σε μεγάλες μητροπόλεις, τις panopticons που σφάζονται μεταξύ τους για την κυριαρχία. Κάθε κίνηση των κατοίκων πρέπει να είναι τέτοια που να ενισχύει το γενικό καλό της πόλης, ενώ αν κάποιος κάνει κάτι που δεν ωφελεί πουθενά τότε στιγματίζεται ως αμαρτωλός (sinner) και πάει με συνοπτικές διαδικασίες φυλακή, με ποινές που φαντάζουν παράλογες, όπως 1 εκατομμύριο χρόνια αν πάθει αμνησία. Ναι, η όλη υπόθεση φαίνεται εντελώς απολυταρχική, άλλωστε ποια ελεύθερη κοινωνία θα καταδίκαζε την πλήρη έλλειψη γνώσεων ενός ατόμου; Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τον πρωταγωνιστή του Freedom Wars. Για κάποιο λόγο παθαίνει αμνησία και καταδικάζεται με την ανάλογη κάθειρξη. Ώστόσο, του δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία, αφού μπορεί να μειώσει την ποινή του και εν τέλει να γίνει ξανά ελεύθερος και παραγωγικός πολίτης.
Η ευκαιρία αυτή έρχεται υπό μορφή αποστολών, που σαν κύριο άξονα έχουν την κυριαρχία μιας Panopticon έναντι των άλλων. Ή πολεμάτε με αμαρτωλούς κατοίκων άλλων πόλεων, ή προσπαθείτε να καταστρέψετε τα abductors, γιγαντιαία, ποικίλης μορφής ρομπότ που απαγάγουν κανονικούς κατοίκους. Πάνω κάτω αυτά κάνετε όσο διαρκεί η βασική ιστορία του Freedom Wars και σε όλο το χρόνο ενασχόλησής σας με το multiplayer του παιχνιδιού. Κάθε αποστολή υπόσχεται να μειώσει από την ποινή ένα συγκεκριμένο αριθμό δεκαετιών (ή και παραπάνω), υπό την προϋπόθεση πως κάποια από τα σπάνια αντικείμενα που βρίσκετε στις πίστες τα παραδίδετε στην panopticon. Επίσης, υπό την προϋπόθεση πως δεν τρέχετε για παραπάνω από μερικά δευτερόλεπτα. Και φυσικά, υπό την προϋπόθεση πως είστε σκλάβοι των απηχθέντων κατοίκων όσο διαρκεί η αποστολή. Ειδάλλως η ποινή αυξάνεται και ο κόπος σας πάει πολύ απλά χαμένος.
Με άλλα λόγια, το παιχνίδι βασίζεται πάρα πολύ στην ιδέα του πάρε-δώσε στην κοινότητα και τη χρησιμοποιεί στο έπακρο για κάθε δυνατή περίπτωση. Όλες οι παραπάνω -ελαφρώς ενοχλητικές στην αρχή- αφορμές για προσαύξηση της ποινής μπορούν να ξεπεραστούν αγοράζοντας τίτλους, που δίνουν στον ήρωα κάποιες ελευθερίες. Παράλληλα, υπάρχει και η λογική πως οι αμαρτωλοί είναι χωρισμένοι σε επίπεδα (εσείς φυσικά ξεκινάτε από το χαμηλότερο, το πιο σκληρό), επίπεδα που μπορείτε να σκαρφαλώσετε και να είστε κάπως πιο χαλαροί με το πώς κινείστε. Όπως καταλαβαίνετε, το όλο θέμα με τις ποινές, τους τίτλους, τις ελευθερίες και λοιπά γίνεται ελαφρώς καραμέλα από ένα σημείο και έπειτα και σχετικά σύντομα το βαριέστε αφόρητα. Το παιχνίδι άλλωστε, όπως καθένα του είδους, είναι τεράστιο και επιπλέον δομές των αποστολών που επαναλαμβάνονται τόσο πολύ κάνουν την κατάσταση κουραστική.
Οι αποστολές με τη σειρά τους ακολουθούν αυστηρά τις επιταγές του είδους. Ξεκινάτε, εσείς και μερικοί ακόμα αμαρτωλοί, από ένα συγκεκριμένο σημείο του χάρτη, ψάχνετε το σημείο ενδιαφέροντος, συνήθως το ή τα abductors (διότι υπάρχουν και αποστολές με τρία ή και τέσσερα ρομπότ) και ξεκινάει το μεροκάματο. Το Freedom Wars τοποθετεί την κάμερα πίσω από τον ώμο του χαρακτήρα, περίπου όπως κάθε παιχνίδι προοπτικής τρίτου προσώπου, ενώ σας δίνει μια ευρεία γκάμα από όπλα για να διαλέξετε και να προσαρμόσετε το στιλ μάχης ανάλογα. Από φευγάτα όπλα μέχρι σπαθιά για κοντινές αποστάσεις, θα τα βρείτε όλα εδώ. Το ατού του gameplay πάντως είναι το thorn, μία συσκευή για το χέρι του ήρωα που του επιτρέπει να γραπώνεται, σαν τον γάντζο στο Just Cause 2. Μέσω του thorn μπορείτε να σκαρφαλώνετε σε κτίρια και να αντιμετωπίζετε από εκεί τα abductors ή και να γαντζώνεστε στα ίδια τα ρομπότ και να τους κάνετε ζημιά σχεδόν “εκ των έσω”. Είναι μια ωραία ιδέα που προσφέρει ευχάριστη ποικιλία και ταχύτητα στο gameplay και σε συνδυασμό με τον άψογο χειρισμό του παιχνιδιού έχει αποτέλεσμα πολύ ραφιναρισμένες και διασκεδαστικές μάχες.
Το σύστημα crafting του παιχνιδιού είναι, να το πω κομψά, χαώδες. Υπάρχουν πάρα πολλά αντικείμενα που αρχικά δεν έχετε ιδέα τί κάνουν και η ευκαιρία να τα δωρίσετε στην panopticon για μείωση της ποινής φαντάζει πολύ δελεαστική. Είναι παρόλα αυτά ένα σύστημα που δίνει τρομερή ελεύθερια στο πώς διαχειρίζεστε τον εξοπλισμό σας, μετά από κάμποσες ώρες ενασχόλησης βέβαια, και αυτοί που δε θα φοβηθούν να επενδύσουν στο παιχνίδι θα το εκτιμήσουν δεόντως. Όσο για το grinding, δίνει ένα διακριτικό παρόν, αλλά μπορείτε κάλλιστα να το συνδυάσετε με το online co-op του τίτλου, που σας επιτρέπει να βοηθάτε παίκτες κατώτερου επιπέδου (δηλαδή υψηλότερης ποινής) ή να ζητάτε από τυχαίους παίκτες να βοηθήσουν σε κάποια δική σας αποστολή. Υπάρχει και το απροσδόκητο για το συγκεκριμένο είδος pvp, που τοποθετεί σε μια αρένα οκτώ παίκτες, όλοι εναντίον όλων. Δεν είναι ούτε δημοφιλές, ούτε και ιδιαίτερα ευχάριστο, αφού το παιχνίδι είναι φτιαγμένο για να αντιμετωπίζετε τεράστιους εχθρούς, όχι άλλους αντίστοιχους με εσάς χαρακτήρες.
Οι πίστες στις οποίες διαδραματίζονται όλα τα παραπάνω είναι κάμποσες και με ποικίλα περιβάλλοντα, αλλά παραμένουν τελικά μονότονες και δίχως να προσφέρουν πολλά. Οι ευκαιρίες που προσφέρει το thorn όσον αφορά το σχεδιασμό τους, να έχουν δηλαδή ψηλά σημεία όπου μπορείτε να αναρριχηθείτε και να πολεμήσετε από εκεί (κάτι πρωτοποριακό για το είδος), περνανε ανεκμετάλλευτες. Τεχνικά πάντως το παιχνίδι είναι αρτιότατο. Τα μοντέλα των χαρακτήρων στερούνται μεν λεπτομερειών, αλλά τα abductors και οι πίστες εντυπωσιάζουν, με υψηλής ποιότητας υφές και σύνθετες γεωμετρίες. Όλα αυτά στην ανάλυση της οθόνης του PS Vita, οπότε δεν υπάρχει ούτε ίχνος θολούρας (αντίθετα με το Soul Sacrifice), ενώ το frame rate δεν κάνει απελπιστικές βουτιές σχεδόν ποτέ. Στα θετικά συγκαταλέγεται και ο ήχος. Η μουσική του παιχνιδιού έχει μία αμιγώς ιαπωνική λογική, είναι γρήγορη και συνοδεύει άψογα τη δράση. Πολύ ευχάριστη έκπληξη είναι οι ντε φάκτο ιαπωνικές φωνές με αγγλικούς υπότιτλους, που κολλάνε πολύ στο όλο στήσιμο του τίτλου.
Το Freedom Wars είναι ένα ιδιόρρυθμο παιχνίδι, όπως άλλωστε προστάζει και το είδος του. Ενώ οι μάχες, η πεμπτουσία του δηλαδή, είναι καθόλα διασκεδαστικές, το όλο σκεπτικό της ιστορίας με την κατάχρησή του μπαίνει συχνά εμπόδιο στην απόλαυση του gameplay. Παρόλα αυτά το Freedom Wars είναι μοναδικό για τα δεδομένα του PS Vita, ενώ έχει και μεγάλη διάρκεια. Αν είστε φαν του είδους αγοράστε το.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου