To Operation Flashpoint Red River παίζει σε μία ξεχωριστή κατηγορία, εντελώς μόνο του. Οι τάσεις της αγοράς έχουν ωθήσει τη gaming βιομηχανία στη δημιουργία όλο και περισσότερων corridor shooters, τα οποία με ένα σύντομο campaign -πιο ευθύγραμμο και από αγώνα ταχύτητας εκατό μέτρων σε παγκόσμιο πρωτάθλημα στίβου- απλά δίνουν το έναυσμα για την ενασχόληση με το multiplayer κομμάτι τους. Το νέο πόνημα της Codemasters Action Studios, ευθύς εξαρχής, διαχωρίζει τη θέση του και απομακρύνεται ξεκάθαρα από όλα αυτά τα παιχνίδια, που μπορεί εξωτερικά να έχουν πολλές ομοιότητες, αλλά εν τέλει είναι τελείως διαφορετικά. Ανήκοντας λοιπόν στην κατηγορία των Squad Based Tactical Shooters, και έχοντας την παρακαταθήκη από τους προηγούμενους τίτλους της σειράς -είτε της προηγούμενης γενιάς είτε του πιο πρόσφατου Dragon Rising-, επιχειρεί να αποτελέσει την εναλλακτική πρόταση των μιλιταριστικών παιχνιδιών βολών πρώτου προσώπου και να αναπληρώσει το κενό που υφίσταται τα τελευταία χρόνια με την απουσία τίτλων όπως το Full Spectrum Warrior, το ArmA (σε κονσόλες) ή ακόμα και το παλιότερο αλλά σπουδαίο Hidden and Dangerous. Πόσο καλά και αποτελεσματικά όμως επιτελεί αυτό το έργο η κυκλοφορία της Codemasters;
Με το καλό, στο επόμενο ο Μπιν Λάντεν
Πρωτίστως να ξεκαθαρίσουμε για όσους φίλους δυσανασχετήσουν με το θεματικό υπόβαθρο του τίτλου, που έχει και πάλι να κάνει με τον «απελευθερωτικό» αγώνα των Ηνωμένων Πολιτειών ανά την υφήλιο, ότι η σειρά ανέκαθεν επικέντρωνε στη συγκεκριμένη θεματολογία, οπότε το στοιχείο αυτό δε δύναται να αποτελέσει από μόνο του επιβαρυντικό παράγοντα για το παιχνίδι. Για να είμαστε βέβαια ειλικρινείς, οι φίλοι μας στην Codemasters κάνουν ό,τι είναι δυνατόν ώστε να φέρουν στα όρια του τον ήδη αρνητικά προκατειλημμένο παίκτη, παρουσιάζοντας τη σύντομη ιστορία του Red River όσο πιο εξευτελιστικά μπορούν, επιχειρώντας ίσως να εγείρουν συναισθηματικά τους Αμερικανούς εν gaming αδελφούς μας.
Η κοινή λογική, όμως, υπαγορεύει ότι ακόμα και αυτοί θα έχουν υπερκορεστεί από τα ατελείωτα σενάρια των αμερικανικών «προληπτικών» επεμβάσεων ανά τον κόσμο, από τις απελπιστικές εναλλακτικές πραγματικότητες, στις οποίες ο μόνος που αλλάζει είναι ο κύριος τρομοκράτης και το ρόλο του Μεγάλου Κακού σιγά σιγά επωμίζεται η Κίνα, και από το απεχθές γράψιμο και απόδοση των διαλόγων. Για το τελευταίο, ό,τι και να πεί κανείς είναι πραγματικά λίγο.
Μόνη λύτρωση, το κλείσιμο των ηχείων. Αυτή είναι η μόνη περιγραφή που ταιριάζει. Ατέλειωτες βωμολοχίες και μιλιταριστική αργκό με τόνους ρατσιστικών και υποτιμητικών για ολοκλήρους λαούς και έθνη σχολίων, πάντα στο κλίμα «απόδοσης ρεαλισμού». Δυστυχώς, όταν ο ρεαλισμός είναι προσβλητικός προς τη νοημοσύνη μας, δεν λειτουργεί επαυξηντικά για τα θετικά του τίτλου. Είμαστε λοιπόν μία ομάδα τεσσάρων Αμερικανών πεζοναυτών, άρτι αφιχθέντες κάπου στο Τατζικιστάν (δεν έχει σημασία πού ακριβώς), εξολοθρεύοντας τους τελευταίους θύλακες τρομοκρατών από το Αφγανιστάν, φτάνοντας έτσι στην... «πίσω αυλή» της Κίνας, η οποία δεν κάθεται με σταυρωμένα χέρια.
Σε μία σειρά δέκα μεγάλων αποστολών, προσπαθούμε κάτι (δεν έχει σημασία τι) να επιτύχουμε μέσα σε όλον αυτόν το χαμό, ώστε στο τέλος να ακούσουμε και έναν υπερήφανο, εθνεγερτικό και δακρύβρεχτο μονόλογο του δεκανέα για το ήθος και την προσφορά των Πεζοναυτών, του ιδίου δεκανέα που φροντίζει σε όλο το υπόλοιπο παιχνίδι να προκαλέσει πολλές ημικρανίες με την ακατάσχετη φλυαρία του γεμάτη στρατιωτική αργκό, βωμολοχίες και πλούσια προφορά του Harlem.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου