Η αιφνιδιαστική εμφάνιση και ταχεία εξάπλωση της μετάλλαξης Δέλτα της COVID-19 έχει αρχίσει να σκορπίζει απαισιοδοξία σχετικά με το ενδεχόμενο να λήξει στο εγγύς μέλλον και μια για πάντα η τρέχουσα υγειονομική κρίση. Με την αφορμή αυτή και με την ελπίδα ότι η ανθρωπότητα θα μπορέσει να είναι ακόμη καλύτερα προετοιμασμένη στην επόμενη πανδημία, τέσσερις ειδικοί από διαφορετικούς κλάδους μίλησαν στην McKinsey & Company για νέες πιθανές προσεγγίσεις προς την αντιμετώπιση της κρίσης.
Πρόκειται για τους: Steven M. Jones: επιστήμονας ειδικευμένος στον τομέα της δημόσιας υγείας και εφευρέτης του πρώτου εμβολίου παγκοσμίως κατά του Ebola.
Δρ. Anita Goel: παγκοσμίου βεληνεκούς και πολυβραβευμένη φυσικός, ιατρός, ειδικός στην ασφάλεια παγκόσμιας υγείας, επιχειρηματίας και επικεφαλής και διευθύνουσα σύμβουλος της Nanobiosym
Margaret Hanson-Muse: Διπλωμάτης και επικεφαλής του τμήματος εμπορίου στο Eisenhower School of National Security and Resources Strategy, ειδικευμένη στην ηγεσία, βιοτεχνολογία και σύγχρονα θέματα εθνικής ασφάλειας
Eric Achtmann: επενδυτής επιχειρηματικού κεφαλαίου, μέλος στο δ.σ. μίας σειράς ιατρικών και τεχνολογικών επιχειρήσεων, ειδικός σύμβουλος της Κομισιόν και ιδρυτικό μέλος της Πρωτοβουλίας για την Ασφάλεια στην Πανδημία (Pandemic Security Initiative)
McKinsey: Πώς πορευόμαστε από εδώ και στο εξής, ώστε να σταματήσουμε πλήρως την πανδημία της COVID-19;
Steven M. Jones: Σε αυτή την πανδημία συμπεριφερθήκαμε όπως μία γάτα όταν κυνηγά ένα λέιζερ. Υιοθετήσαμε την τήρηση των αποστάσεων, τις μάσκες, τα lockdown και τους εμβολιασμούς. Ωστόσο, καμία από αυτές τις λύσεις από μόνη της δεν είναι αρκετή, ώστε να λύσει το πρόβλημα. Χρειαζόματε μία πολυπαραγοντική λύση.
Ο εμβολιασμός είναι μέρος της λύσης και προσφέρει μεγάλη βοήθεια, αλλά δεν είναι πιθανό να φτάσουμε ποτέ την ανοσία της αγέλης σε παγκόσμο επίπεδο, που σημαίνει πως πάντοτε θα υπάρχει η δυνατότητα εξέλιξης του ιού. Και αυτό βλέπουμε τώρα με τις μεταλλάξεις. Ο εμβολιασμός θα μας βοηθήσει να αποτρέψουμε την υπερφόρτωση του συστήματος υγείας, αλλά δεν πρόκειται να δώσει ολοκληρωμένη λύση στο πρόβλημα.
Τα τεστ είναι ο μόνος τρόπος για να ξέρουμε εάν κάποιος αποτελεί κίνδυνο για τους άλλους και για να καταλάβουμε κατά πόσο τα εμβόλια μειώνουν τη μεταδοτικότητα. Υπάρχει μία γκάμα από τεστ, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Τα τεστ αντιγόνων προσφέρουν χρήσιμα στοιχεία, όταν ολόκληρος ο πληθυσμός ελέγχεται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Άλλα τεστ – τεστ νουκλεϊκού οξέος, όπως τα PCR, και ποσοτικά τεστ – προσφέρουν άλλα στοιχεία συγκεκριμένης φύσης, αλλά ενδεχομένως να μην έχουν όλα τα έθνη πρόσβαση, ιδίως χώρες μεσαίου εισοδήματος και αναπτυσσόμενες. Προκειμένου να επικεντρωθούμε σε λύσεις παγκόσμιου επιπέδου, ίσως χρειαστεί ένα πολύ περίπλοκο δίκτυο διαφορετικών επιπέων τεστ, ώστε να πληρούν συγκεκριμένους μεν, αλλά διαφορετικούς σκοπούς.
Τελικά, θα πρέπει απλώς να αρχίσουμε να ζούμε με αυτό τον ιό, θα έχει έντονη παρουσία στον κόσμο. Και μπορούμε να ελπίζουμε ότι με τον καιρό θα γίνει λιγότερο επιθετικός, όπως γίνεται στις ασθένειες. Ενδέχεται, όμως, να υπάρξουν περίοδοι έξαρσης, όπως γίνεται και στη γρίπη, όπου ενίοτε θα εμφανίζεται κάποια μετάλλαξη με μεγαλύτερο ποσοστό θνητότητας. Οφείλουμε να είμαστε προετοιμασμένοι για το επόμενο κύμα που θα έρθει, ενδεχομένως όσο ακόμη αντιμετωπίζουμε το τρέχον.
Anita Goel: Προκειμένου να ανακάμψουμε από αυτή την παδημία και να αποτρέψουμε μελλοντικές, χρειαζόμαστε ένα εξυπνότερο σύστημα καραντίνας – αντί των γενικευμένων lockdown στην οικονομία μας – το οποίο θα υποστηρίζεται από αποκεντρωμένη ακρίβεια ή ακόμη και από ποσοστικά τεστ COVID-19 σε πραγματικό χρόνο ή άλλους βιομετρικούς δείκτες. Υπάρχει μία έρευνα του πανεπιστημίου του Harvard, σύμφωνα με την οποία ένα lockdown στις ΗΠΑ κοστίζει περίπου 12 δισ. δολάρια τη μέρα. Αντιθέτως, για τη διενέργεια τεστ σε 6% του αμερικανικού πληθυσμού – περίπου 20 εκατ. Αμερικανούς – το κόστος ανέρχεται στα 20 εκατ. δολάρια τη μέρα, ώστε να ανοίξει πλήρως και με ασφάλεια η οικονομία – και να παραμείνει ανοιχτή.
Ενα έξυπνο σύστημα καραντίνας σημαίνει ότι πρέπει να δημιουργήσουμε ζώνες ασφαλείας της COVID-19, όπου θα μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι άτομα, οικογένειες και κοινωνίες – τουλάχιστον σε μία συγκεκριμένη μερίδα του πληθυσού – πράγματι δεν πάσχουν από την COVID-19. Για να το κάνει κανείς αυτό, χρειάζεται πολύ υψηλής ακρίβειας, σε άμεση πρόσβαση μοριακά τεστ, τα οποία να μπορούν να δίνουν αποτελέσματα σε πραγματικό χρόνο. Ετσι, θα μπορούμε να ξεχωρίσουμε ποιός έχει κολλήσει, συμπεριλαμβανομένων των ασυμπτωματικών φορέων, οι οποίοι μεταφέρουν τον ιό και μπορούν να τον μεταδώσουν χωρίς να έχουν εμφανίσει συμπτώματα. Σήμερα, πραγματοποιείται λιγότερο από το 10% των απαιτούμενων 20 εκατ. τεστ την ημέρα στις ΗΠΑ. Και τα τεστ που διενεργούνται δίνουν μόνον ποσοστικές απαντήσεις, θετικό ή αρνητικό, και η ποιότητά τους διαφέρει.
McKinsey: Ποιά συμβουλή θα δίνατε σε υψηλόβαθμα στελέχη του ιδιωτικού τομέα, ώστε να προετοιμαστούν καλύτερα για τους ερχόμενους μήνες και έτη;
Anita Goel: Κατ’ αρχάς να μην επαναπαυτούν. Να προσπαθήσουν να αποφύγουν την χαλάρωση των περιορισμών – τις μάσκες και τις αποστάσεις ασφαλείας – πολύ νωρίς, διότι η πανδημία δεν έχει τελειώσει. Και δεύτερον, να προσπαθήσουν να υιοθετήσουν όσο το δυνατόν συντομότερα τις καλύτερες λύσεις, ώστε να δημιουργήσουν ένα έξυπνο σύστημα καραντίνας για επιχειρήσεις και κοινωνίες, προκειμένου να αποτρέψουν προληπτικά ένα ακόμη lockdown.
Steven M. Jones: Να προετοιμαστούν για την επόμενη πανδημία. Η προηγούμενη πανδημία της γρίπης ήταν το 2009, και συμβαίνουν κάθε περίπου 20 με 35 χρόνια. Η ενδιάμεση περίοδος είναι μικρή. Και υπάρχουν περαιτέρω απειλές: η κλιματική αλλαγή θα αυξήσει κατά πάσα πιθανότητα τον κίνδυνο δημιουργίας νέων ασθενειών, όπως και ο αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων στον πλανήτη. Επίσης, η ανοχή των μικροβίων στα αντιβιοτικά προβλέπεται ότι θα έχει τελικό κόστος 125 τρισ. δολάρια για την παγκόσμια οικονομία, ένα ποσό τεράστιο σε σχέση με το κόστος της COVID-19, όσο αστρονομικό κι αν είναι.
Margaret Hanson-Muse: Να αξιοποιήσουν τη διαφορετικότητα όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε να έχουν πρόσβαση σε μεγάλη γκάμα εργαζομένων, καθώς είναι πιθανό πως η εργασία θα έχει λιγότερα όρια και θα επιτρέπει μεγαλύτερη ευελιξία για όσους εργαζομένους τη χρειάζονται και την επιθυμούν. Εξίσου σημαντικό είναι να επενδύσουν στην ψηφιακή τεχνολογία. Εάν δεν το έχετε κάνει ήδη, αναβαθμίστε τις υποδομές σας.
Eric Achtmann: Να είναι συμπονετικοί: oι άνθρωποι έχουν εξοντωθεί και εσείς βρίσκεστε κατά πάσα πιθανότητα στην καλύτερη κατάσταση από όλους. Να είστε ειλικρινείς: ο κόσμος πρέπει να γνωρίζει ποιά είναι τα πιο έγκαιρα και έγκυρα δεδομένα και ποιά δεν είναι. Και τέλος, να ειστε ρεαλιστικοί και μετρημένοι. Δεν υπάρχει κάποια μαγική λύση σε τέτοιες περιπτώσεις.
Πηγή: moneyreview- McKinsey & Company
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου